Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

41 σφαίρες: Η ψυχολογική ανάλυση της αστυνομικής βίας


Γράφει ο Γελωτοποιός

Είναι η 3η Φλεβάρη του 1999.

Ένα Ford Taurus προχωράει αργά στο νότιο Μπρονξ, σε μία από τις πιο υποβαθμισμένες και κακόφημες συνοικίες της Νέας Υόρκης. Μέσα στο αυτοκίνητο βρίσκονται τέσσερις λευκοί άντρες με πολιτικά ρούχα, αλεξίσφαιρα γιλέκα και ημιαυτόματα περίστροφα των εννιά χιλιοστών.

Είναι μέλη της Μονάδας Εγκλήματος του Δρόμου, ένα ειδικό τμήμα της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης που σκοπός του είναι να επιτηρεί τα «καυτά σημεία» της πόλης.

Οι αστυνομικοί είναι όλοι πρωτάρηδες, είκοσι έξι και είκοσι εφτά χρονών. Δεν έχουν μπλεχτεί ξανά σε συμπλοκή.

Καθώς στρίβουν στην οδό Γουίλερ, βλέπουν ένα ύποπτο. Είναι μαύρος, νέος, κοντός και κάθεται στο κεφαλόσκαλο μιας πολυκατοικίας, χωρίς να κάνει τίποτα.

«Τι κάνει εκεί αυτός ο τύπος;» ρωτάει ένας από τους αστυνομικούς. Ίσως να βγήκε να απολαύσει την νύχτα, ήταν η απάντηση, αλλά κανείς δεν την σκέφτηκε εκείνη τη στιγμή. Γι’ αυτό ο Ντιάλο δολοφονήθηκε.

Ο Αμαντού Ντιάλο καταγόταν απ’ τη Γουινέα. Ήταν είκοσι δύο χρονών και δούλευε ως μικροπωλητής. Ήταν κοντός και αδύνατος. Αλλά ήταν και μαύρος, στο νότιο Μπρόνξ, στις δώδεκα και μισή τα μεσάνυχτα.

Είχε γυρίσει στο σπίτι του αργά το βράδυ κι αφού συζήτησε με τους συγκάτοικους του κατέβηκε κάτω «για να απολαύσει την νύχτα», όπως είχε πει στους συγκάτοικους του. Ίσως να αναζητούσε λίγη μοναξιά, λίγη ησυχία. Ποτέ δεν θα μάθουμε.

Το γεγονός ότι ήταν κοντός λειτούργησε αρνητικά στη σκέψη των αστυνομικών. Ένας αδύναμος τύπος, στο νότιο Μπρονξ, έχει σίγουρα όπλο, αλλιώς δεν επιβιώνει.

Το αυτοκίνητο έκανε όπισθεν. Ο Ντιάλο το είδε, αλλά δεν έτρεξε. Κι αυτό λειτούργησε αρνητικά. Ένας τύπος που δεν τρέχει είναι πιο επικίνδυνος, γιατί σημαίνει ότι είναι σκληρός, ίσως ότι έχει όπλο.

Το αυτοκίνητο σταμάτησε και δύο λευκοί μεγαλόσωμοι τύποι πλησίασαν τον Ντιάλο. Εκείνος τους κοίταξε για μια στιγμή κι έπειτα… Γύρισε και ξεκίνησε να τρέχει προς τις σκάλες.

Ήταν καταδίωξη!!

Οι δύο αστυνομικοί βρέθηκαν πίσω του, με τα περίστροφα στο χέρι. Του φώναξαν να σταματήσει. Εκείνος γύρισε, έβαλε το χέρι στην τσέπη και ξεκίνησε να βγάζει ένα μαύρο αντικείμενο.

Ο αστυνομικός Κάρολ ούρλιαξε: «Όπλο! Έχει όπλο!»

Ο ΜακΜέλον δίπλα του έκανε ένα βήμα προς τα πίσω και έπεσε πυροβολώντας στον αέρα.

Ο Κάρολ πίστεψε ότι ο συνεργάτης είχε χτυπηθεί, ότι οι πυροβολισμοί ακούγονταν απ’ το μαύρο αντικείμενο του κοντού και ξεκίνησε να πυροβολεί.

Εκείνη τη στιγμή οι άλλοι δύο αστυνομικοί μπήκαν μέσα. Είδαν τον ΜακΜέλον κάτω, είδαν τον Κάρολ να πυροβολάει, και ξεκίνησαν να πυροβολούν κι αυτοί.

Ο Κάρολ κι ο ΜακΜέλον έριξαν δεκάξι σφαίρες ο καθένας. Ο Μπος πέντε. Ο Μέρφι τέσσερις.

Σύνολο: 41 σφαίρες.

Έπειτα σιωπή. Μόλις κατάφεραν να συνέλθουν και να πλησιάσουν κοίταξαν το χέρι του νεκρού Ντιάλο.

«Πού πήγε το γαμημένο όπλο;» φώναξε ο Κάρολ.

Στο χέρι του ο νεκρός κρατούσε ένα πορτοφόλι.


Στις ταινίες και την τηλεόραση οι μπάτσοι δεν σταματάνε να πυροβολάνε κακούς. Αφού τους σκοτώσουν κάθονται πάνω απ’ τον νεκρό και καπνίζουν ένα τσιγάρο ή λένε μια έξυπνη ατάκα στο συνεργάτη τους.
Αν πιστέψουμε τις ταινίες (και δυστυχώς πολλοί το κάνουν) τότε η ένοπλη συμπλοκή είναι μια πολύ συνηθισμένη και σχεδόν ευχάριστη δραστηριότητα για τους αστυνομικούς.

Όμως τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι ακόμα και στις ΗΠΑ το ποσοστό των αστυνομικών που δεν έχει ποτέ πυροβολήσει άνθρωπο είναι μεγαλύτερο του 90% κι όσοι το έχουν κάνει, ακόμα κι όταν έπρεπε να το κάνουν, θεωρούν αυτή την εμπειρία τραυματική.


Στο βιβλίο του «Into the kill zone», ο εγκληματολόγος Ντέιβιντ Κλίνγκερ πήρε συνεντεύξεις από αστυνομικούς που πυροβόλησαν και σκότωσαν. Σχεδόν πάντα παρουσιάζεται διαταραχή της αντίληψης:

«Πυροβόλησα πέντε φορές. Μόλις άρχισα να ρίχνω δεν έβλεπα πια ολόκληρη την εικόνα, παρά μόνο το κεφάλι του υπόπτου […] Μπορούσα να δω τις σφαίρες μου να τον χτυπούν.»

«Τα έβλεπα όλα σε αργή κίνηση. Δεν αισθανόμουν τίποτα από το στήθος και κάτω. Όλες μου οι αισθήσεις είχαν επικεντρωθεί στον άντρα που ερχόταν κατά πάνω μου. Τον πυροβόλησα δυο φορές, αλλά δεν άκουσα τον ήχο απ’ το όπλο μου. Έριξα άλλες δυο φορές κι έπειτα έπεσα.[…] Δεν θυμάμαι πώς σηκώθηκα.»

Αυτή είναι η φυσιολογική αντίδραση σε καταστάσεις υψηλού στρες.  

Κάποιες αισθήσεις αυξάνονται, ο στόχος-κίνδυνος γίνεται το επίκεντρο και - τις περισσότερες φορές - αποφασίζεις χωρίς να σκέφτεσαι.

Ο Ντέιβ Γκρόσμαν, στο βιβλίο του «On killing» διατείνεται ότι η βέλτιστη κατάσταση εγρήγορσης -οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το στρες βελτιώνει την απόδοση- είναι όταν οι παλμοί της καρδιάς κυμαίνονται μεταξύ εκατόν δεκαπέντε και εκατόν σαράντα πέντε σφυγμών το λεπτό.

Μετρώντας αθλητές της σκοποβολής, όπως ο πρωταθλητής Ρον Έιβερι, διαπίστωσε ότι κάθε φορά που αγωνιζόταν οι σφυγμοί του άγγιζαν την κορυφή αυτής της κλίμακας -χωρίς να έχει τρέξει πριν.

Ο μπασκεμπολίστας Λάρι Μπερντ συνήθιζε να λέει ότι στις πιο κρίσιμες στιγμές του παιχνιδιού είχε την εντύπωση ότι δεν ακουγόταν κανένας ήχος κι ότι οι παίκτες έπαιζαν σε αργή κίνηση -ναι, όπως το βλέπουμε συχνά και στις ταινίες.

Όμως πολλοί λίγοι άνθρωποι μπορούν να πετύχουν αυτό το επίπεδο βέλτιστης απόδοσης.

Οι περισσότεροι από μας, όταν βρισκόμαστε υπό πίεση, περνάμε σε κατάσταση υπερβολικής εγρήγορσης και -από ένα σημείο και μετά- το σώμα μας αγνοεί τόσες πηγές πληροφοριών ώστε αρχίζουμε να μη λειτουργούμε σωστά.

Στους εκατόν εβδομήντα πέντε σφυγμούς αρχίζουμε να διαπιστώνουμε κατάρρευση της γνωστικής επεξεργασίας.

Ο πρόσθιος εγκέφαλος παραδίδει την κυριαρχία στον μεσεγκέφαλο. Έχετε προσπαθήσει να συζητήσετε με έναν εξαγριωμένο ή τρομοκρατημένο άνθρωπο; Είναι αδύνατον.

Είναι το κινηματογραφικό κλισέ όπου ο ήρωας χαστουκίζει τον πανικόβλητο φίλο του, προκειμένου να επανέλθει στην πραγματικότητα.

Όμως αυτό δεν θα συνιστούσα να το κάνετε σ’ έναν αστυνομικό που σας σημαδεύει.

Η όραση περιορίζεται. Η συμπεριφορά γίνεται καθαρά αντανακλαστική -κι ο εγκέφαλος διαλέγει, ασυνείδητα ανάμεσα στη φυγή ή την επίθεση.

Οι μυς σκληραίνουν και πολλοί άνθρωποι κάνουν εμετό ή λιποθυμούν.

Με την καρδιά να χτυπάει σε τέτοιους ρυθμούς ακόμα και ο έλεγχος συντονισμού των κινήσεων καταρρέει. Σε καταστάσεις υψηλού κινδύνου είναι εξαιρετικά δύσκολο να θυμηθείς τον αριθμό και να πάρεις τηλέφωνο για βοήθεια.

Φανταστείτε εκείνη τη στιγμή να κρατάτε ένα όπλο. Αν οι σφυγμοί σας είναι πάνω από 170 ανά λεπτό, τότε δεν θα σκεφτείτε πριν αντιδράσετε.

Κι ένας κοντός μαύρος νεαρός, που προσπαθεί να βγάλει το πορτοφόλι του, θα πεθάνει.


Υπάρχει κι ένας ακόμα λόγος που αυτή η υπερδιέγερση οδηγεί στη δολοφονία αφροαμερικάνων κυρίως. Σε κατάσταση υψηλής διέγερσης κι όταν πρέπει ν’ αποφασίσουμε γρήγορα, γινόμαστε ρατσιστές!

Ακόμα κι εκείνοι που σε κατάσταση ηρεμίας θα πιούν μια μπύρα παρέα με τον έγχρωμο φίλο τους.

Ο ψυχολόγος Κιθ Πέιν έβαλε κάποιους ανθρώπους (όχι αστυνομικούς) μπρος σε μια οθόνη και τους έδειχνε το πρόσωπο ενός μαύρου ή ενός λευκού. Μετά τους έδειχνε ένα αντικείμενο, όπλο ή γαλλικό κλειδί, και τα υποκείμενα έπρεπε να πουν τι είχαν δει.

Όσοι έβλεπαν το πρόσωπο του μαύρου (ακόμα κι αν ήταν κι εκείνοι μαύροι) αναγνώριζαν πιο γρήγορα το όπλο ως όπλο, από εκείνους που έβλεπαν το πρόσωπο του λευκού.

Ένας μαύρος. Ένα όπλο. Συνειρμός.


Το πιο παράξενο συνέβη όταν τους έδωσε λιγότερο χρόνο (μισό δευτερόλεπτο) για να πουν τι είχαν δει στη δεύτερη εικόνα.

Τότε, υπό πίεση, έβλεπαν το γαλλικό κλειδί μετά την εικόνα του μαύρου και έλεγαν: «Όπλο!»

Σε κατάσταση υπερδιέγερσης δεν προλάβαιναν (ή δεν εμπιστεύονταν) τις αισθήσεις τους και ακολουθούσαν το σύστημα των στερεότυπων. Ένας ξανθός γαλανομάτης δεν ταιριάζει τόσο με το όπλο όσο ο μαύρος.

«Όταν αποφασίζουμε σε κλάσματα δευτερολέπτου», λέει ο Πέινς, «γινόμαστε πιο ευάλωτοι στα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαραίτητα ότι τις υιοθετούμε ή τις πιστεύουμε».

Ακόμα κι όταν ο Πέινς εξηγούσε στα υποκείμενα τι ακριβώς αφορούσε το πείραμα, ακόμα κι όταν τους ζητούσε με έμφαση ν’ αποφύγουν τα φυλετικά στερεότυπα, εκείνοι συνέχιζαν να βλέπουν ένα όπλο, αντί για γαλλικό κλειδί.


ΠΡΟΣΟΧΗ: Μη θεωρείτε ότι εσείς θα λειτουργούσατε διαφορετικά σε μια κατάσταση υψηλού άγχους. Φανταστείτε ότι περπατάτε νύχτα στο δρόμο κι ακούτε έναν δυνατό θόρυβο ή πυροβολισμό ή κραυγή.

Γυρνάτε τρομαγμένοι και βλέπετε έναν ρακένδυτο, έναν μαύρο (ή έναν ματατζή ή έναν σκίνχεντ, επιλέξτε ελεύθερα) να τρέχει κατά πάνω σας. Δεν θα αντιδράσετε το ίδιο όταν δείτε μια καλλονή, ένα παιδί ή έναν παπά, να κάνει το ίδιο.

Οι τρεις πρώτοι συνιστούν κίνδυνο, αυτό σας λέει ο μεσεγκέφαλος.


Στις ΗΠΑ, σε πολλές πολιτείες, τα περιπολικά τα επανδρώνει πλέον ένας μόνο άντρας. Όταν υπάρχουν συνεργάτες, τότε οι αστυνομικοί φέρονται λιγότερο συνετά.

Αν ο αστυνομικός είναι μόνος, τότε δεν θα ξεκινήσει την καταδίωξη με την πρώτη ευκαιρία. Θα ζητήσει ενισχύσεις, θα περιμένει.

«Όταν είναι μόνοι τους ο ρυθμός επιβραδύνεται κι αυτό βοηθάει να κάνουν λιγότερα λάθη. Ο αστυνομικός δίνει περισσότερο χρόνο στους άλλους και στον εαυτό του».

Έτσι, όπως κατέδειξε ο Κιθ Πέιν, έχει τον χρόνο να αναγνωρίσει το γαλλικό κλειδί ως γαλλικό κλειδί κι όχι ως όπλο.

Αν εκείνη την νύχτα του 1999, μέσα στο Taurus βρισκόταν μόνο ένας αστυνομικός, αντί για τέσσερις, τότε σίγουρα ο Ντιάλο θα ήταν ζωντανός.

Αν αυτοί οι αστυνομικοί είχαν εκπαιδευθεί σωστά, βιωματικά, σε καταστάσεις υψηλού άγχους, τότε πάλι ο Ντιάλο θα ήταν ζωντανός, αφού πειραματικά αποδείχτηκε ότι αρκούν τέσσερις ή πέντε συμμετοχές σε εικονικά επεισόδια με ελαστικές σφαίρες ώστε οι αστυνομικοί να μπορούν να πάρουν μέρος σε αληθινή συμπλοκή χωρίς οι σφυγμοί τους να φτάσουν τους 175 ανά λεπτό.



ΥΓ1: Οι 41 σφαίρες που σκότωσαν τον Ντιάλο ρίχτηκαν μέσα σε δυομιση δευτερόλεπτα. Όλο το περιστατικό, απ’ τη στιγμή που οι αστυνομικοί κατέβηκαν από το αυτοκίνητο μέχρι να πέσει νεκρός ο Ντιάλο, διήρκεσε μόλις 7 δευτερόλεπτα! Όσο χρόνο χρειάζεστε για να διαβάσετε δύο παραγράφους σαν αυτή.

ΥΓ2: Καμία εκπαίδευση δεν μπορεί να αναιρέσει και να δικαιολογήσει το ρατσιστικό υπόβαθρο.

ΥΓ3: Μετά τη δολοφονία του Ντιάλο έγιναν διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες σε όλη την πόλη. Η λεωφόρος Γουίλερ μετονομάστηκε σε Τοποθεσία Αμαντού Ντιάλο. Κι ο Μπρους Σπρίνγκστην έγραψε το τραγούδι «41 shots», όπου το ρεφρέν λέει: «Μπορείς να σκοτωθείς μόνο και μόνο επειδή ζεις στο αμερικάνικο πετσί σου».


(σ.σ.) Διαβάστε το «Blink» του Malcolm Gladwell, από τις εκδόσεις Λιβάνη, μτφ Ρένα Λέκκου-Δάντου

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Ελληνικής Καταγωγής Αστυνομικός στη Γερμανία σπάει τη σιωπή της

Η ελληνικής καταγωγής αστυνομικός Τάνια Καμπούρη, έγραψε ένα βιβλίο για τη βία που υφίστανται οι αστυνομικοί στη Γερμανία, κυρίως από μετανάστες, το οποίο αποτελεί μία εξιστόρηση από την οπτική γωνία εκείνων που διασφαλίζουν την τάξη.

Πριν από ένα χρόνο είχε καταγγείλει γραπτώς την ανάρμοστη συμπεριφορά που δείχνουν απέναντι στη γερμανική αστυνομία, άνθρωποι κυρίως με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Τότε ο αντίκτυπος ήταν μεγάλος, αλλά η ίδια δεν θέληση ποτέ να μιλήσει και να δώσει συνεντεύξεις για το θέμα.

Σήμερα, η ελληνικής καταγωγής αστυνομικός Τάνια Καμπούρη έχει καταγράψει τις εμπειρίες της σε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η Γερμανία σε συναγερμό – Κλήση έκτακτης ανάγκης από μια αστυνομικό» και σπάει τη σιωπή της για ένα πολύ σημαντικό θέμα: τη βία, λεκτική και σωματική, που υφίστανται στο δρόμο τα όργανα της τάξης, κυρίως από νεαρούς μετανάστες.


«Εφεκτική στάση δικαστών»

Το εξώφυλλο του βιβλίου της Τάνιας Καμπούρη Μιλώντας στο Γερμανικό Ραδιόφωνο, η κυρία Ταμπούρη περιγράφει τις συνθήκες εργασίας της όταν βρίσκεται με συναδέλφους της σε περιπολικό, την επιθετικότητα που βγαίνει ακόμη και από τη στάση του σώματος ορισμένων, όταν τους σταματά για απλό έλεγχο.

«Είναι δύσκολο» λέει. «Προσπαθούμε βέβαια να μην κλιμακώνουμε την κατάσταση, μιλάμε με τους πολίτες, τους εξηγούμε γιατί τους σταματήσαμε, άλλοι πείθονται, άλλοι μας κατηγορούν ότι τους σταματάμε επειδή είναι ξένοι. Προσπαθούμε γενικά να κάνουμε τον τρόπο δουλειάς μας πιο διαφανή, πιο κατανοητό. Κάποτε βέβαια ξεπερνάμε τα όριά μας, όταν ορισμένοι δεν αντιλαμβάνονται και δεν αποδέχονται ότι έργο της αστυνομίας είναι να ελέγχει».

Η νεαρή αστυνομικός με ελληνικές ρίζες δηλώνει ότι δεν διακατέχεται από φόβο, το ίδιο και οι περισσότεροι συνάδελφοί της. Η δυσκολία έγκειται στο ότι, για ασήμαντη αφορμή, ένας απλός έλεγχος ταυτότητας μπορεί να καταλήξει σε τραυματισμό του πολίτη και του αστυνομικού. Τότε ο αστυνομικός θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις ενώπιον δικαστηρίου για τα συμβάν.

Η Τάνια Ταμπούρη διακρίνει εφεκτική στάση των δικαστών σε συμβάντα που αφορούν σε αδικήματα σε βάρος αστυνομικών οργάνων. «Δεν είναι δυνατόν να φουσκώνει ο φάκελος ενός κατηγορούμενου, να μας εξυβρίζει, να μας προκαλεί σωματικές βλάβες και στο τέλος η υπόθεση να μπαίνει στο αρχείο ή ο κατηγορούμενος να παίρνει ποινή φυλάκισης με αναστολή και να αφήνεται ελεύθερος. Είναι αστείο αυτό που συμβαίνει σε μια δίκη», λέει η αστυνομικός.


«Καλή γνώση της γλώσσας, σεβασμός στις αξίες»

«Προσπαθούμε να μην κλιμακώνουμε την κατάσταση, να μιλάμε με τους πολίτες» λέει η Τ. Καμπούρη και υποστηρίζει ότι πολλές φορές το πολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο ζει και μεγαλώνει ο μετανάστης συμβάλει στην κακή συμπεριφορά του απέναντι στα όργανα της τάξης. «Πολλοί μουσουλμάνοι, νεαροί άνδρες, μεγαλώνουν σε αρχαϊκές οικογενειακές δομές, όπου επικρατεί η βία, όπου η γυναίκα δεν έχει ίσα δικαιώματα με τον άνδρα. Ένα μαχαίρωμα ανάμεσα σε μετανάστες μπορεί να έχει ως αφορμή τη χαμένη τιμή, κάτι που στο δικό μας πολιτισμικό κόσμο είναι αδιανόητο, αλλά στο δικό τους θεωρείται φυσιολογικό» επισημαίνει η Τάνια Ταμπούρη στη συνέντευξη με τη Γερμανική Ραδιοφωνία.
 
«Η δική σας οικογένεια έρχεται από την Ελλάδα, τι μπορούν να μάθουν οι μετανάστες από εσάς;», τη ρωτά ο γερμανός δημοσιογράφος. «Ότι έχω ενσωματωθεί πλήρως, ότι η οικογένειά μου σεβάστηκε τον περίγυρο και συμμετέχει στη γερμανική κοινωνία, ότι έμαθε τη γλώσσα και έκανε φιλίες με Γερμανούς. Θεωρώ τη γλώσσα πολύ σημαντικό εργαλείο όπως το σεβασμό στο γερμανικό αξιακό σύστημα»». Και συνεχίζει λέγοντας «παρόλα αυτά πρέπει να μένει κανείς Έλληνας ή στον πολιτισμό μέσα στον οποίο γαλουχήθηκε, και να σέβεται παράλληλα τους κανόνες σε αυτήν τη χώρα».


DLF/Κρίστοφ Χαϊνεμαν/Ειρήνη Αναστασοπούλου

www.dw.com
enosi-ast-karditsas.blogspot.gr

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

Μπάτσοι. Τα δικά μας παιδιά (;).









   










Του Δημήτρη Παξινού*

Είναι η γνωστή υποτιμητική καταφρονητική έκφραση που χρησιμοποιείται για τους αστυνομικούς υπαλλήλους και ακούγεται συνοδευόμενη από άλλες υβριστικές φράσεις στις πορείες, στα γήπεδα.

Έχει γίνει προσφιλής έκφραση και ένα είδος εκτόνωσης από κάθε κακοτυχία προσωπική, της ομάδας ή και της κοινωνίας. Χρησιμοποιείται ακόμη και σε μαθητικές εκδηλώσεις. Τελικά τι και ποιοι είναι αυτοί οι «μπάτσοι»;

Είναι κάτι διαφορετικό, εξωπλανητικό, συγκρουσιακό, με ένστικτα επιθετικά, μέχρι και δολοφονικά; Είναι κάποια παιδιά που τους αρέσει να δέρνουν και μόνο; Ή είναι κι αυτά δικά μας παιδιά, που προσπαθούν να επιβιώσουν, όπως τόσα άλλα, με χίλιες δυo δυσκολίες; Παιδιά που αρκετά απ’ αυτά επέλεξαν, αντί άλλου, το επάγγελμα του αστυνομικού, για ένα και μοναδικό λόγο, της εξασφάλισης ενός μισθού 700 ευρώ. Επάγγελμα κατά την άσκηση του οποίου κινδυνεύει συχνά η ζωή τους.

Προέρχονται από την ίδια κοινωνία, την ελληνική, με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, τα οποία αυτή διαθέτει και που στις μέρες μας περνά τη μεγαλύτερη κρίση. Κυρίως πολιτισμική, κρίση αξιών, η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική οδηγεί στο χάος, στο άγνωστο. Απαιτούμε από τα παιδιά αυτά ψυχραιμία και ωριμότητα απέναντι σε κάθε είδους προκλήσεις, συχνά προβοκατόρικες από τους επαγγελματίες διχαστές της κοινωνίας μας. Ζητάμε εντιμότητα σ’ ένα κλίμα που η διαφθορά και η συναλλαγή δημιουργούν καθημερινό πειρασμό. Με τι εφόδια η κοινωνία μας οπλίζει του νέους και τις νέες αυτές με περίστροφα και εξουσία; Με τι πρότυπα συμπεριφοράς ηγετών, μπροστάρηδων;

Πορεύονται τα παιδιά αυτά με κύρια εφόδια την οικογενειακή τους αγωγή, όποια τυχαίνει να είναι. Η Αστυνομική Σχολή στη συνέχεια καλείται να συμβάλει αποφασιστικά, καθοριστικά στη διάπλασή τους ως ενός γραναζιού της κρατικής μηχανής απαραίτητου εργαλείου για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας. Με ακριβή συνείδηση ενός ρόλου που συχνά απαιτεί άσκηση βίας και γι’ αυτό μπορεί να ταυτισθεί με αυταρχισμό. Ρόλος άχαρος και παρεξηγήσιμος. Ζητάμε πολλά από τα νέα αυτά παιδιά.

Κλήθηκα στις Αστυνομικές Σχολές για να μιλήσω σε εκπαιδευόμενους. Αντιμετωπίσθηκα με επιφυλακτικότητα που πλησίαζε την αντιπαλότητα. Στάση, που αρχικά ξενίζει, αλλά εξηγήσιμη αν αναλογισθούμε το κοινωνικό υπόβαθρο, το κλίμα που έχει διαμορφωθεί επί δεκαετίες. Η κάθε κοινωνική ομάδα έχει κάποια στοιχεία, διακριτικά των υπολοίπων. Και στις περιπτώσεις στρατιωτικών σχολών δημιουργούνται στεγανοποιήσεις, διαμορφώνοντας έτσι ανάλογους χαρακτήρες.

Τα νέα παιδιά στα πρώτα βήματα προσπαθούν να προσανατολισθούν και να εδραιωθούν στη συνείδηση των συναδέλφων τους, αλλά και της κοινωνίας. Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό, αν ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν και η όλη χωλή διάρθρωση της κοινωνίας, το πελατειακό σύστημα, οι αντιπαλότητες των κοινωνικών ομάδων. Το όλο κλίμα αποσάθρωσης και διαφθοράς, καλούνται οι αστυνομικοί να το αντιμετωπίσουν προληπτικά ή κατασταλτικά.

Είναι η πιο άμεση επαφή με κοινωνικές ομάδες, που συχνά εκφράζουν δικαιολογημένη αγανάκτηση για κάθε λογής αδικίες που η κρίση έχει οξύνει. Κι έτσι εισπράττουν εκείνοι τον θυμό.



Ο αστυνομικός όμως δεν είναι και δεν πρέπει να οδηγείται εκτός κοινωνίας, διότι έτσι μετατρέπεται σε αντίπαλό της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην καθημερινή άσκηση των καθηκόντων τους. Παρά τις προσπάθειες ορισμένων, αυτό δεν έχει γίνει έως τώρα. Οι ηγεσίες τους και σ'’ αυτές περιλαμβάνω και τις συνδικαλιστικές, σε κρίσιμες στιγμές, έδειξαν σύνεση, τόλμη, δημοκρατικότητα με θέσεις προωθημένες, όπως καταδείχθηκαν και αναδείχθηκαν σε Ολομέλειά μας στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν προσκεκλημένος ο πρόεδρος της ΠΟΑΣΥ. Συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία κλίματος αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης. Εγινε απολύτως κατανοητό ότι δεν έχουν να χωρίσουν κάτι με τους εργαζόμενους, με την κοινωνία. Επιβεβαίωσαν ότι οι πράξεις βίας οδηγούν σε απορρύθμιση, σε αποσύνθεση.

Ο αγώνας για μια δικαιότερη κοινωνία, για ένα κράτος δικαίου που προστατεύει τα συνταγματικά δικαιώματα είναι η υπόθεση όλων των υγιών πολιτών, χωρίς εξυβριστικούς χαρακτηρισμούς, χωρίς μίσος. Είμαστε όλοι στο ίδιο καράβι, που κλυδωνίζεται, βυθίζεται.


 * Ο κ. Δημήτρης Χ. Παξινός είναι πρώην πρόεδρος ΔΣΑ.

kathimerini.gr

Related Posts with Thumbnails